Το 45-75% του σώματος, ανάλογα με το φύλο, την ηλικία και τη δομή του σώματος, αποτελείται από νερό, ενώ κάθε κύτταρο του ανθρώπινου οργανισμού χρειάζεται την παρουσία νερού προκειμένου να λειτουργήσει φυσιολογικά.
Τα παιδιά και τα βρέφη έχουν τα υψηλότερα ποσοστά νερού στο σώμα τους, περίπου 75-77%.
Η καλή ενυδάτωση (επαρκής πρόσληψη υγρών) του οργανισμού μας είναι ιδιαίτερα σημαντική τόσο για τη σωματική όσο και την πνευματική υγεία. Οι ημερήσιες ανάγκες του ατόμου σε υγρά ποικίλουν σύμφωνα με το φύλο, την ηλικία, το σωματότυπο αλλά και από τις συνήθειες του ατόμου και τις συνθήκες ζωής του. Οι συστάσεις που αφορούν την ημερήσια πρόσληψη υγρών ορίζουν τα 30-35ml υγρού ανά κιλό σωματικού βάρους ως επαρκή ποσότητα για άτομα που ζουν σε περιβάλλον με ήπιες θερμοκρασίες. Για παράδειγμα, ένα άτομο 70kg που ζει σε κανονικές θερμοκρασίες χρειάζεται περίπου 2,2l υγρών την ημέρα.
Το ανθρώπινο σώμα αδυνατεί να αποθηκεύει νερό, γεγονός που θέτει το σώμα σε υψηλό ρίσκο αφυδάτωσης. Η ανεπαρκής ενυδάτωση του οργανισμού ή οι αυξημένες απώλειες υγρών, συνήθως λόγω έντονης εφίδρωσης ή διούρησης, πυρετού ή εμετού και διάρροιας, μπορεί να καταλήξει σε αφυδάτωσή του.
Αφυδάτωση
Ως “αφυδάτωση” ορίζεται η απώλεια υγρών από το σώμα η οποία ισούται ή ξεπερνά το 1% του σωματικού βάρους. Η παρουσία αφυδάτωσης μπορεί να προκαλέσει άμεσα δυσάρεστες συνέπειες, όπως ξηροστομία, ξηροφθαλμία, πονοκεφάλους, κόπωση, μειωμένη απόδοση σε αθλήματα και φυσικές δραστηριότητες και αδυναμία συγκέντρωσης. Συγκεκριμένα, έρευνα που διεξήχθει σε νεαρούς ενήλικες έδειξε ότι ήπια αφυδάτωση, η οποία αντιστοιχεί σε απώλεια μόνο της τάξης του 1%-2% του σωματικού βάρους μπορεί να οδηγήσει σε σημαντική εξασθένηση της νοητικής λειτουργίας και στη μειωμένη απόδοση των γνωστικών λειτουργιών.
Ενυδάτωση και πνευματική κόπωση
Η παραπάνω έρευνα δεν είναι η μόνη που επισημαίνει πως τόσο η πνευματική όσο και η σωματική απόδοση επηρεάζονται σε υψηλό βαθμό από τα επίπεδα ενυδάτωσης ή αφυδάτωσης του οργανισμού. Την τελευταία δεκαετία έχουν λάβει χώρα πλήθος μελετώντόσο σε ενήλικες όσο και σε παιδιά και εφήβους που αφορούν στην πνευματική αλλά και σωματική απόδοση σε σχέση με την επαρκή ή μη πρόσληψη υγρών. Για παράδειγμα, σε μελέτη που έγινε σε 40 παιδιά ηλικίας 7-8 ετών και δημοσιεύθηκε το 2009 στο “Appetite”, η βραχυπρόθεσμη μνήμη των παιδιών φάνηκε να είναι καλύτερη όταν τα ποσοστά ενυδάτωσής τους ήταν υψηλότερα.
Ο μεγαλύτερος αριθμός μελετών έχει γίνει πάνω σε ενήλικες, με τη συντριπτική πλειοψηφία των αποτελεσμάτων να συμφωνούν στο ότι η μη επαρκής πρόσληψη υγρών σε καθημερινό επίπεδο μπορεί να καταλήξει σε σημαντικές συνέπειες εις βάρος της πνευματικής τους διαύγειας και της καλής μνήμης και συγκέντρωσης.
Ο εγκέφαλος, όπως και το σώμα, αδυνατεί να αποθηκεύει νερό αν και αποτελείται κατά περίπου 85% από αυτό. Έτσι, είναι απαραίτητη η συνεχής τροφοδοσία του με νερό προκειμένου να λειτουργεί σωστά. Όταν ο εγκέφαλος είναι επαρκώς υδατωμένος λειτουργεί καλύτερα οξύνοντας τη διαύγεια και την καθαρή και γρήγορη σκέψη. Σε αντίθετη περίπτωση, όταν δηλαδή υπάρχει απώλεια υγρού, h εγκεφαλική λειτουργία επιβραδύνεται. Μελέτες έχουν δείξει πως έστω και 1% απώλεια υγρού του σωματικού βάρους επιφέρει περίπου 5% μείωση της πνευματικής απόδοσης.
Ενυδάτωση και σωματική κόπωση
Κάτι ανάλογο ισχύει και στην επίδραση της πρόσληψης υγρών στη σωματική απόδοση και κόπωση. Όσο υψηλότερα είναι τα επίπεδα υδάτωσης του οργανισμού τόσο καλύτερη είναι και η σωματική απόδοση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η ανάγκη για αυξημένη αλλά και συχνή πρόσληψη υγρών κατά την άσκηση. Κατά τη διάρκεια της άσκησης η απώλεια υγρών και ηλεκτρολυτών είναι έντονη λόγω της αυξημένης εφίδρωσης και έτσι δημιουργείται η ανάγκη αναπλήρωσής τους σε τακτά και συχνά χρονικά διαστήματα. Η μη επαρκής πρόσληψη υγρών μπορεί να καταλήξει σε έντονη σωματική κόπωση αλλά και εξάντληση, αφού αυτό εμποδίζει και την ισορροπία ηλεκτρολυτών.
Ενυδάτωση και αποδόσεις
Είναι ήδη προφανές πως η καλή ενυδάτωση του οργανισμού συνεπάγεται πολλών οφελών. Έτσι, μπορεί να έχει θετικό αποτέλεσμα και στην αποδοτικότητα στις εξετάσεις. Σαφώς και η αποδοτικότητα στις εξετάσεις είναι συνάρτηση πολλών παραγόντων με βασικότερο την καλή και ποιοτική μελέτη. Υπάρχουν όμως και δευτερεύοντες παράγοντες που μπορούν να επιδράσουν σημαντικά στην επιτυχή ή μη ανταπόκριση στις εξετάσεις, όπως ο ύπνος, η σωματική κόπωση, η διατροφή και φυσικά η επαρκής πρόσληψη υγρών. Κατά την προετοιμασία ένας καλά ενυδατωμένος οργανισμός μπορεί να επιτύχει υψηλά επίπεδα συγκέντρωσης που θα βοηθήσουν στην ποιοτική και αποτελεσματική μελέτη. Επίσης, μπορείνα καθυστερήσει ή ακόμα και να αφανίσει την εμφάνιση σωματικής κόπωσης (εφόσον φυσικά δεν παρεμβάλλεται κάποια έντονης μορφής δραστηριότητα) “κερδίζοντας” έτσι πολύτιμο χρόνο μελέτης. Αλλά, ακόμα και στην περίοδο των εξετάσεων η καλή ενυδάτωση είναι ιδιαίτερα σημαντική. Η πνευματική διαύγεια και η καλή μνήμη και αυτοσυγκέντρωσηείναι απαραίτητα όπλα για την καλή απόδοση στις εξετάσεις, τα οποία μπορεί να ενισχύσει η καλή ενυδάτωση του οργανισμού. Επιπλέον, η παρουσία επαρκούς ποσότητας νερού και ηλεκτρολυτών στο σώμα μπορεί να εμποδίσει την εμφάνιση κούρασης, “πιασίματος”, πρηξίματος ή ακόμα και κράμπας κατά τη διάρκεια των εξετάσεων λόγω της πολύωρης καθήμενης στάσης.