Μπρίσμπεϊν, Κουίνσλαντ, Αυστραλία
Οι γυναίκες που έχουν θηλάσει τα παιδιά τους τουλάχιστον έξι μήνες έχουν μικρότερο κίνδυνο εκδήλωσης καρκίνου του ενδομητρίου, σύμφωνα με ανασκόπηση που δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο Obstetrics and Gynecology.
Ερευνητές του Ιατρικού Ερευνητικού Ινστιτούτου QIMR Berghofer στο Μπρισμπέιν της Αυστραλίας, αξιολόγησαν τα στοιχεία 17 ήδη δημοσιευμένες ερευνών και διαπίστωσαν ότι οι γυναίκες που είχαν θηλάσει τα παιδιά τους είχαν 11% μικρότερες πιθανότητες να εκδηλώσουν καρκίνο του ενδομητρίου, συγκριτικά με εκείνες που δεν είχαν θηλάσει.
«Όσο περισσότερο διαρκούσε ο θηλασμός τόσο μειωνόταν ο κίνδυνος καρκίνου του ενδομητρίου, αν και το επιπλέον όφελος ήταν μικρό για όσες είχαν θηλάσει έξι έως εννέα μήνες», εξηγεί η κύρια συγγραφέας της μελέτης Σουζαν Τζορνταν.
Η επιστημονική ομάδα μελέτησε στοιχεία από έρευνες που είχαν γίνει στις ΗΠΑ, την Ευρώπη, τον Καναδά, την Κίνα και την Αυστραλία και αφορούσαν συνολικά πάνω από 26.000 γυναίκες που είχαν θηλάσει παιδί. Στο δείγμα περιλαμβάνονταν και 9.000 γυναίκες με καρκίνο του ενδομητρίου.
Μετά την συνεκτίμηση παραγόντων που επηρεάζουν τον κίνδυνο εκδήλωσης καρκίνου στο ενδομήτριο, όπως η ηλικία, η φυλή, η μόρφωση, η χρήση αντισυλληπτικών δισκίων, η εμμηνοπαυσιακή κατάσταση, τα έτη που έχουν μεσολαβήσει από την τελευταία κύηση και ο Δείκτης Μάζας Σώματος, οι ερευνητές παρατήρησαν ξεκάθαρη προστατευτική επίδραση του θηλασμού.
Η μείωση του κινδύνου που σχετιζόταν με τον θηλασμό ήταν 28% μεταξύ των γυναικών που είχαν γεννηθεί μετά το 1950, αλλά αμελητέα για όσες είχαν γεννηθεί πριν το 1950. Αυτό ίσως αποτελεί αντανάκλαση των διαφορών στις πρακτικές θηλασμού ανά χώρα και εποχή.
Οι ειδικοί εικάζουν ότι ο συσχετισμός αποδίδεται στο ότι ο καρκίνος του ενδομητρίου εξαρτάται από τα οιστρογόνα και οι εν λόγω ορμόνες καταστέλλονται κατά τη διάρκεια του θηλασμού.
Η Δρ Τζόρνταν και οι συνεργάτες της μελετούν ήδη την επίδραση του θηλασμού στον κίνδυνο εκδήλωσης καρκίνου των ωοθηκών, δεδομένου ότι έχει σχετιστεί με μειωμένη πιθανότητα καρκίνου του μαστού.
Πηγή:health.in.gr